- λουτέτσιο
- Χημικό στοιχείο με σύμβολο Lu. Ανήκει στην τρίτη ομάδα του περιοδικού συστήματος, στην οικογένεια των λανθανιδών· έχει ατομικό αριθμό 71, ατομική μάζα 174,97, ένα μόνο σταθερό ισότοπο, το 175Lu, και τα ραδιενεργά ισότοπα 173Lu, 174Lu, 176Lu και 177Lu. Έλαβε την ονομασία του από τη Λουτετσία, αρχαία πόλη της Γαλλίας. Ανακαλύφθηκε το 1907 από τον Γάλλο χημικό Ζορζ Ουρμπέν (1872-1938) και –ανεξάρτητα από τον προηγούμενο– από τον Γερμανό Άουερ φον Βέλσμπαχ, ο οποίος το ονόμασε κασσιώπειο. Βρίσκεται μαζί με άλλα στοιχεία σε ορισμένα ορυκτά, όπως ο γαδολινίτης και ο ευξενίτης. Σε θερμοκρασία δωματίου είναι στερεό μέταλλο λευκού χρώματος. Είναι ιδιαίτερα σπάνιο και ακριβό μέταλλο, δεν υπάρχει σε φυσική κατάσταση στο περιβάλλον και παρασκευάζεται με αναγωγή των άνυδρων LuCl3 και LuF3 από αλκάλια. Γνωστές ενώσεις του λ. είναι το οξείδιο (Lu2O3) και μερικά άλατα, στα οποία συμπεριφέρεται ως τρισθενές, ενώ όλες οι ενώσεις του είναι άχροες. Σε διάλυμα, το λ. δίνει μόνο τρισθενή ιόντα. Δεν έχει πρακτικές εφαρμογές.
* * *τοχημ. μεταλλικό χημικό στοιχείο με ατομικό αριθμό 71 και σύμβολο Lu.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. lutetium και lutecium < νεολατ. lutecium < γαλλ. Lutece (< λατ. Lutetia ονομ. πόλης στη Γαλατία)].
Dictionary of Greek. 2013.